Από τότε, χάθηκαν πολλά.
Πήγαμε να κατοικήσουμε έξω από ένα χωριό το 1979, σε μια περιοχή που δεν υπήρχε άσφαλτος, δεν υπήρχε ρεύμα, ούτε τηλέφωνο.
Ήταν μια όμορφη κοιλάδα που σύνορο τα μάτια μου, είχαν τα βουνά ολόγυρα.
Αργότερα πήγαινα στην δουλειά πάλι με τις ίδιες συνθήκες.
Το αυτοκίνητο δεν περνούσε έτσι κι αλλιώς, εκτός αν είχες τρακτέρ.
Ακούγοντας τον γκιώνη, την κουκουβάγια, ενίοτε την αλεπού να φωνάζει σαν παιδί.
Έφτιαχνα ανάμεσα σε θάμνους, καταφύγιο.
Παραμέριζα τα κλαδιά και έκανα άνοιγμα ώστε να παίρνει το σχήμα μιας φωλιάς.
Έτσι, όταν ερχόντουσαν τα ξαδέρφια μου από τας Αθήνας, αμέσως τους έλεγα, "πάμε για εξερεύνηση"?
Είχα ονομάσει τα μονοπάτια θυμάμαι, "καλής ελπίδας", "παράξενων φαινομένων", "ησυχίας", "γαλήνης", "ηρεμίας" κλπ.
Όλα αυτά σε ηλικία 13 ετών.
Κάπου μέσα μου λυπόμουν για όσα θαυμάσια έχαναν τα ξαδέρφια στην πόλη.
Νοσταλγία, όμορφη λέξη.
Νόστος = νοστιμιά
Άλγος = πόνος
Ο πόνος για κείνο το γλυκό παρελθόν...